Μ(ᾶρκος) Ἰού(λιος) Εὐ[γέ]νιος Κυρίλλου Κέλερος Κουησσέως βουλ(ευτοῦ) | στρατευσ[ά]μενος ἐν τῇ κατὰ Πισιδίαν ἡγεμονικῇ τάξι | καὶ γήμας θυγατέρα Γαίου Νεστοριανοῦ συνκλητικοῦ | Φλ(αουίαν) Ἰουλ(ίαν) Φ[λ]αουιανὴν καὶ μετ᾿ ἐπιτει[μ]ίας στρατευσάμενον | ἐν δὲ τῷ [μ]εταξὺ χρόνῳ κελεύσεως [φ]οιτησάσης ἐπὶ Μαξιμίνου | τοὺς Χρ[ε]ιστιανοὺς θύειν καὶ μὴ ἀπα[λ]λάττεσθαι τῆς | στρατεί[α]ς πλείστας δὲ ὅσας βασάνο[υς] ὑπομείνας | ἐπὶ Διογέ[ν]ους ἡγεμόνος σπουδάσας [τ]ε ἀπαλλαγῆναι | τῆς στρατείας τὴν τῶν Χρειστιανῶν πίστιν φυλάσσων | χρόνον τ[ε] βραχὺν διατρείψαν ἐν τῇ Λαοδικέων πόλι | καὶ βουλήσ[ε]ι τοῦ παντοκράτορος θεοῦ ἐπίσκοπος | κατασταθ[ε]ὶς τοῦ εἴκοσι πέντε ὅλοις ἔτεσιν τὴν ἐπισκοπὴν | μετὰ πολ[λ]ῆς ἐπιτειμίας διο[κ]ήσας καὶ πᾶσαν τὴν ἐκλησίαν | ἀνοικοδο[μ]ήσας ἀπὸ θεμελίων καὶ σύνπαντα τὸν περὶ αὐτὴν | κόσμον [τ]οῦτ᾿ ἐστιν στοῶν τε καὶ τ[ετ]ραστόων καὶ | ζωγραφιῶ[ν] καὶ κεντήσεων κὲ ὑδρείου καὶ προπύλου καὶ πᾶσι τοῖς | λιθοξοικοῖς ἔργοις καὶ πᾶ[σι ἁπ]αξαπλῶ(ς) κατασευά[σας λειψόμε]νός τε τὸν τῶν ἀνθρώπων | βίον ἐποίησα ἐμαυτῷ πέ[λτα τ]ε καὶ σορὸν ἐν ᾗ τὰ [π]ρο[γεγραμμένα] ταῦτα ἐποίησα ἐπιγρ(α)φῖνε | [εἰς κόσ]μον τῆς τε ἐκλ[ησίας κ]ὲ τοῦ γένους μου.
Μάρκος Ιούλιος Ευγένιος, υιός του Κυρίλλου Κέλερος από την Κουησσό, βουλευτή(ς), αφού υπηρέτησα στο τάγμα του (επαρχιακού) κυβερνήτη της Πισιδίας και παντρεύτηκα την κόρη του Γάιου Νεστοριανού συγκλητικού, Φλαβία Ιουλία Φλαουιανή, υπηρετώντας ευδοκίμως/μετ’επαίνου τη θητεία μου, και όταν εν τω μεταξύ με διαταγή επί Μαξιμίνου (που έλεγε) πως οι χριστιανοί θα έπρεπε να θυσιάζουν χωρίς ωστόσο να παύονται από τον στρατό, υπέμεινα πλείστες όσες ταλαιπωρίες επί Διογένη κυβερνήτη (της Πισιδίας) και επεδίωξα να εγκαταλείψω τη θέση μου στον στρατό, διατηρώντας τη χριστιανική πίστη μου. Αφού παρέμεινα στην πόλη της Λαοδίκειας για σύντομο χρονικό διάστημα και έχοντας με το θέλημα του παντοκράτορος θεού καταστεί επίσκοπος και έχοντας διοικήσει την επισκοπή (μου) για εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια με μεγάλους επαίνους, ανοικοδόμησα εκ θεμελίων και μέχρι τέλους την εκκλησία και τον πλήρη διάκοσμό της, τουτέστιν κατασκευάζοντας στοές και τετράστοα και ζωγραφικές παραστάσεις και ψηφιδωτά και δεξαμενή και πρόπυλο και ολοκληρώνοντας όλες τις λιθοξοικές εργασίες και γενικά οτιδήποτε άλλο. Όταν λοιπόν μου έμενε λίγος χρόνος σε αυτήν εδώ τη ζωή κατασκεύασα για μένα αυτή την ταφική πλίνθο και τη σαρκοφάγο στην οποία παρήγγειλα να γραφτούν τα παραπάνω για να είναι κόσμημα και της εκκλησίας και του γένους μου.